Στο παρελθόν, η ανάκτηση των μετάλλων από τα υγρά απόβλητα θεωρείτο αντιοικονομική. Με την εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν στα επικίνδυνα συστατικά, υπάρχει μεγαλύτερο κίνητρο ανάκτησης των μετάλλων τόσο από περιβαλλοντική όσο και οικονομική σκοπιά.
Τα ανακτημένα μέταλλα είναι δυνατό να ανακυκλωθούν στα λουτρά επιμετάλλωσης, να πωληθούν ή να επιστραφούν στους προμηθευτές, να επαναχρησιμοποιηθούν ως υλικά κατασκευής ανόδων.
Η εξάτμιση αποτελεί επιτυχή μέθοδο για την ανάκτηση ενός μεγάλου αριθμού χημικών που περιέχονται στα ξεπλύματα, ενώ η μέθοδος της αντίστροφης όσμωσης χρησιμοποιεί μία ημιπερατή μεμβράνη για να διαχωρίσει το νερό από τα διαλυμένα άλατα. Ακόμη η ιοντοεναλλαγή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάκτηση του drag-out από το λουτρό έκπλυσης των επιμεταλλωμένων αντικειμένων, ενώ για τη συγκέντρωση και τον διαχωρισμό των ιόντων που περιέχονται σε υδατικό διάλυμα χρησιμοποιείται η ηλεκτροδιάλυση. Τέλος η ηλεκτρολυτική ανάκτηση βρίσκει εφαρμογή στην ανάκτηση χρυσού, αργύρου, κασσίτερου, χαλκού, ψευδάργυρου και καδμίου.